Μήπως νοιαζόμαστε υπερβολικά;

Όλοι μας, εκτός από όσους έχουν σοβαρές διαταραχές προσωπικότητας (π.χ. ναρκισσιστές), έχουμε, άλλοι περισσότερο, άλλοι λιγότερο, κάποιον βαθμό ενσυναίσθησης για τους γύρω μας. Τι σημαίνει αυτό; Οτι μπορούμε – τουλάχιστον ως ένα σημείο – να ταυτιστούμε με τα προβλήματα των άλλων, μπαίνοντας θεωρητικά στη θέση τους, και στη συνέχεια βέβαια (αν είναι εφικτό) να προσφέρουμε τη συμπαράσταση και τη βοήθειά μας. Τι συμβαίνει όμως με όσους βρίσκονται στα άκρα; Είτε δηλαδή δεν νοιάζονται καθόλου είτε το παρακάνουν στο να προσφέρονται να βοηθήσουν. Εχουμε συνηθίσει να συζητούμε και να σχολιάζουμε όλους εκείνους που δεν δείχνουν να συναισθάνονται και να κατανοούν τους γύρω τους, χαρακτηρίζοντάς τους πιθανώς αναίσθητους και εγωιστές. Ομως και το αντίθετο, το να νοιαζόμαστε υπερβολικά για τους υπόλοιπους, πιθανώς δεν είναι πάντα υγιές, εξηγούν οι ειδικοί.

Μπαίνοντας στη θέση του άλλου
Ενσυναίσθηση σημαίνει ότι μπορούμε συναισθηματικά να αναγνωρίσουμε την ψυχική κατάσταση του άλλου, να τη δούμε μέσα από τη δική του ματιά καταλαβαίνοντας τον δικό του τρόπο σκέψης και λειτουργίας, τις αντιδράσεις του, τα συναισθήματά του κ.λπ. σε αυτό που του συμβαίνει στη δεδομένη στιγμή, λαμβάνοντας υπόψη την προσωπικότητα που διαθέτει, την κατάσταση που βρίσκεται κ.λπ. Η διαφορά της ενσυναίσθησης από τη συμπόνια και τη λύπηση είναι ότι προσπαθούμε να καταλάβουμε τι συμβαίνει στον άλλον χωρίς απαραίτητα να χρειάζεται να ταυτιστούμε μαζί του αλλά και χωρίς να έχουμε ζήσει-περάσει το αντίστοιχο πρόβλημα ώστε να μπορέσουμε να τον στηρίξουμε τελικά.

Πότε ξεκινά το πρόβλημα
Εχουμε συνηθίσει να θεωρούμε την ενσυναίσθηση ένα θετικό χαρακτηριστικό. Και έτσι είναι. Οταν τη διαθέτουμε, νοιαζόμαστε, μπαίνουμε στη θέση του άλλου χωρίς να τον κρίνουμε, βοηθάμε, συμπαραστεκόμαστε και προσφέρουμε. Το πρόβλημα όμως ξεκινά όταν βιώνουμε την ενσυναίσθηση σε υπερβολικό βαθμό. Οταν γινόμαστε ένα συναισθηματικό σφουγγάρι, που απορροφά όλα τα ερεθίσματα γύρω του παραγνωρίζοντας τις δικές μας ανάγκες και τα δικά μας θέλω.

Γιατί είναι πρόβλημα;
Η υπερβολική ενασχόληση με τα προβλήματα των άλλων, ειδικά όταν παραγνωρίζουμε τις δικές μας επιθυμίες και ανάγκες, θα μας κουράσει και θα μας φθείρει τόσο σωματικά όσο και ψυχολογικά. Επιπλέον, μπορεί να γίνουμε αντικείμενο εκμετάλλευσης από ανθρώπους που αντιλαμβάνονται και εκμεταλλεύονται την «αδυναμία» μας. Αν, για παράδειγμα, ένας άνθρωπος με πολύ ανεπτυγμένη ενσυναίσθηση βρεθεί στον δρόμο ενός ναρκισσιστή, είναι πιθανό να γίνει «θύμα» του, καθώς ο ναρκισσιστής θα τον εκμεταλλευτεί και θα καλύψει την ανάγκη του για θαυμασμό και «εξυπηρέτηση».

Γιατί νοιαζόμαστε τόσο πολύ;
Εκτός από τους επαγγελματίες της ψυχικής υγείας, οι υπόλοιποι άνθρωποι εμφανίζουμε ενσυναίσθηση επειδή πραγματικά μας ενδιαφέρουν οι άλλοι άνθρωποι, επειδή έχουμε μεγαλώσει με το παράδειγμα της προσφοράς, επειδή θέλουμε να είμαστε ευγενικοί και σωστοί, επειδή νιώθουμε έντονο το αίσθημα της ευθύνης, επειδή οι αντιλήψεις μας και το σύστημα αξιών μας λένε ότι πρέπει να σεβόμαστε και να βοηθάμε τους άλλους. Ολοι αυτοί είναι οι θετικοί λόγοι που «κρύβονται» πίσω από την ενσυναίσθηση. Μερικές φορές όμως παρουσιάζουμε μεγάλη ενσυναίσθηση και για πιο «αρνητικούς» λόγους, για παράδειγμα επειδή έχουμε ανάγκη από την αποδοχή των άλλων ή επειδή ίσως θέλουμε να εστιάζουμε στους άλλους για να ξεχνάμε τα δικά μας θέματα. Επίσης, είναι πολύ συνηθισμένο όταν παρουσιάζουμε υψηλή ενσυναίσθηση να έχουμε έντονο το ενοχικό στοιχείο, να είμαστε πολύ κοινωνικοί, να μη θέλουμε να δυσαρεστήσουμε κανέναν, να μην μπορούμε να πούμε όχι, να νιώθουμε πάντα υποχρεωμένοι να είμαστε εκεί και να συμπαραστεκόμαστε στους άλλους.

Τι μπορούμε να κάνουμε
Κατ’ αρχάς χρειάζεται να μάθουμε να είμαστε αποφασισμένοι, ξεκάθαροι και σταθεροί. Να λέμε «όχι» όταν χρειάζεται, χωρίς πολλές κουβέντες και περιστροφές γιατί αλλιώς είναι πιθανό να αλλάξουμε γνώμη και να υποκύψουμε στις πιέσεις των γύρω μας τελικά. Πρέπει να σκεφτούμε και να καταλάβουμε γιατί φερόμαστε έτσι και γιατί νιώθουμε υποχρεωμένοι να εξυπηρετούμε πάντα χωρίς να αρνούμαστε. Να βρούμε ποιες ανάγκες καλύπτουμε με αυτή μας τη συμπεριφορά. Η προτεραιότητά μας θα πρέπει να είναι να κατανοήσουμε τον εαυτό μας και να τον φροντίσουμε και μετά όλους τους άλλους. Ο στόχος μας θα πρέπει να είναι η ισορροπία. Αν παρατηρούμε ότι είμαστε πάντα πρόθυμοι να βοηθάμε όλον τον κόσμο και οι άλλοι μάς εκμεταλλεύονται ή δεν μας εκτιμούν έχει έρθει η ώρα να σταματήσουμε. Να μάθουμε να βάζουμε προτεραιότητες και να εξυπηρετούμε πρώτα τις δικές μας ανάγκες και εκείνες των αγαπημένων μας και να σεβόμαστε πάντα τις αντοχές μας.

Ευχαριστούμε τη δρα Ναταλία Κουτρούλη, MSc, ψυχολόγο υγείας, με εκπαίδευση στη γνωσιακή ψυχοθεραπεία και στη συμβουλευτική, διευθύντρια στο Κέντρο Εφαρμοσμένης Ψυχοθεραπείας και Συμβουλευτικής.

VITA.GR